paléoclimat
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /pa.le.ɔ.kli.ma/
Επίθετο[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
paléoclimat | paléoclimats |
paléoclimat (fr) αρσενικό
- το παλαιοκλίμα