palpable

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /pal.pabl/

Επίθετο

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
palpable palpables

palpable (fr) αρσενικό ή θηλυκό