panificio
Εμφάνιση
Ιταλικά (it)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- panificio < λατινική panificium
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
---|---|
panificio | panificii |
panificio (it)
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
panificio | panificii |
panificio (it)