pantographiquement
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- pantographiquement < pantographique
Επίρρημα
[επεξεργασία]pantographiquement (fr)
- με παντογράφο, χρησιμοποιώντας τον παντογράφο