parabolique
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /pa.ʁa.bɔ.lik/
Επίθετο[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
parabolique | paraboliques |
parabolique (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
parabolique | paraboliques |
parabolique (fr) αρσενικό ή θηλυκό