pare-fumée

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

pare-fumée < parer + fumée

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /?/

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ενικός πληθυντικός
pare-fumée pare-fumée

pare-fumée (fr) αρσενικό

  • μηχανισμός που απορροφά και εκδιώκει τον καπνό