pared
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ισπανικά
(es)
[
επεξεργασία
]
ενικός
πληθυντικός
pared
paredes
Ουσιαστικό
[
επεξεργασία
]
pared
(es)
θηλυκό
ο
τοίχος
Κατηγορίες
:
Ισπανική γλώσσα
Ουσιαστικά (ισπανικά)
Αντίστροφο λεξικό (ισπανικά)
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Ελληνικά
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Αναζήτηση
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
Δημιουργήστε!
Ζητήστε!
Βικιδημία
Σελίδες συζήτησης
Νέα συντακτών
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Βοήθεια
Βοήθεια
Πρότυπα
Δωρεές
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Get shortened URL
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Άλλες γλώσσες
Aymar aru
Azərbaycanca
Català
Corsu
Čeština
Cymraeg
Deutsch
English
Esperanto
Español
Euskara
فارسی
Suomi
Français
Galego
עברית
Hrvatski
Magyar
Bahasa Indonesia
Ido
Italiano
日本語
한국어
Kurdî
ລາວ
Malagasy
മലയാളം
မြန်မာဘာသာ
Nederlands
Norsk
Polski
Português
Русский
Sängö
Simple English
Slovenčina
Svenska
ไทย
Türkçe
Українська
اردو
Tiếng Việt
中文