Μετάβαση στο περιεχόμενο

parenthood

Από Βικιλεξικό
      ενικός         πληθυντικός  
parenthood parenthoods

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
parenthood < parent + -hood

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈpeə.rənt.hʊd/ (βρετανικό)
ΔΦΑ : /ˈper.ənt.hʊd/ (ΗΠΑ)

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

parenthood (en) (συνήθως μη μετρήσιμο)

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]