parsing

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
  1. ανάλυση
  2. (γραμματική) συντακτική ανάλυση, η ανάλυση της συντακτικής δομής μιας πρότασης
  3. (πληροφορική) συντακτική ανάλυση

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]
  • parsing στην αγγλική Βικιπαίδεια Λήμμα στην αγγλική Βικιπαίδεια