partenariat
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr) [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
partenariat (fr) αρσενικό
- συνεργασία εμπορικών ή κοινωνικών θεσμών με κοινό σκοπό