passerella
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ιταλικά (it)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- passerella < γαλλική passerelle παράγωγο του passer
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]passerella (it)
- μικρή γέφυρα για τους πεζούς, πεζογέφυρα
- η πασαρέλα, ο διάδρομος για παρουσιάσεις μόδας.