pataugeoire
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr) [επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- pataugeoire < patauger
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /pa.tɔ.ʒwaʁ/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
pataugeoire | pataugeoires |
pataugeoire (fr) θηλυκό
- ρηχή πισίνα για μικρά παιδιά