patricídio
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πορτογαλικά (pt)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
patricídio (pt) <
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
patricídio | patricídios |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
patricídio (pt)
patricídio (pt) <
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
patricídio | patricídios |
patricídio (pt)