Μετάβαση στο περιεχόμενο

patricide

Από Βικιλεξικό

Αγγλικά (en)

[επεξεργασία]

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

patricide (en)

  1. η πατροκτονία
  2. ο πατροκτόνος



Γαλλικά (fr)

[επεξεργασία]

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
patricide patricides

patricide (fr) αρσενικό

  1. η πατροκτονία

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
patricide patricides

patricide (fr) αρσενικό ή θηλυκό

  1. ο/η πατροκτόνος

Επίθετο

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
patricide patricides

patricide (fr) αρσενικό ή θηλυκό

  1. πατροκτόνος