peine de mort
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /pɛn⋅də⋅mɔʁ/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
peine de mort | peines de mort |
peine de mort (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
peine de mort | peines de mort |
peine de mort (fr) θηλυκό