Μετάβαση στο περιεχόμενο

peloton

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
peloton < pelote

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /pǝ.lɔ.tɔ̃/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
peloton pelotons

peloton (fr) αρσενικό

  1. ο ουλαμός
  2. το απόσπασμα

Συγγενικά

[επεξεργασία]