Μετάβαση στο περιεχόμενο

pentri

Από Βικιλεξικό
ρήμα pentri
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας pentras pentranta pentrata
αόριστος pentris pentrinta pentrita
μέλλοντας pentros pentronta pentrota
υποθετική pentrus - -
προστακτική pentru - -

pentri (eo)