perfectionnement

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

perfectionnement < perfectionner

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
perfectionnement perfectionnements

perfectionnement (fr) αρσενικό

Συγγενικά[επεξεργασία]

→ δείτε τη λέξη  perfection