perméable
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
perméable | perméables |
Επίθετο
[επεξεργασία]perméable (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
perméable | perméables |
perméable (fr) αρσενικό ή θηλυκό