personalised

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
παραθετικά
θετικός personalised
συγκριτικός more personalised
υπερθετικός most personalised

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈpɜː.sən.əl.aɪzd/ (βρετανικό)
ΔΦΑ : /ˈpɝː.sən.əl.aɪzd/ (ΗΠΑ)

Επίθετο

[επεξεργασία]

personalised (en)

  • (βρετανική γραφή) ο προσωποποιημένος
    ⮡  George wears a personalised necklace with the initial "G" on it.
    Ο Γιώργος φοράει ένα προσωποποιημένο μενταγιόν με το πρώτο γράμμα του ονόματός του, το «Γ», σε αυτό.

Άλλες γραφές

[επεξεργασία]

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

personalised (en)