personhood
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
personhood (en) (μόνο ενικός) (φιλοσοφία)
- η προσωποσύνη· η ιδιότητα του να είναι κανείς άτομο, πρόσωπο
- οι ποιότητες, οι ιδιότητες, τα κριτήρια και τα χαρακτηριστικά που καθορίζουν την έννοια του προσώπου
- η ιδιότητα του να είναι κανείς συμπεριφορικά ανθρωπομορφικός, αλλά όχι απαραιτήτως άνθρωπος
Σημειώσεις[επεξεργασία]
- personhood: η θεμελίωση της έννοιας του προσώπου
- personality ("προσωπικότητα"): η ιδιάζουσα διαφοροποίηση (ηθολογική/συμπεριφορική, συναισθηματική/ψυχολογική, βιωματική, γνωστική κτλ.) έκαστου προσώπου
Συγγενικά[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- title στην αγγλική Βικιπαίδεια
- personality στην αγγλική Βικιπαίδεια