perspectif
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | perspectif | perspectifs |
θηλυκό | perspective | perspectives |
Επίθετο[επεξεργασία]
perspectif (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | perspectif | perspectifs |
θηλυκό | perspective | perspectives |
perspectif (fr)