pestaña
Εμφάνιση
Ισπανικά (es)
[επεξεργασία]| ενικός | πληθυντικός |
|---|---|
| pestaña | pestañas |
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /pesˈt̪a.ɲa/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : pes‐ta‐ña
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]pestaña (es) θηλυκό
Συγγενικά
[επεξεργασία]Εκφράσεις
[επεξεργασία]
Πηγές
[επεξεργασία]- pestaña - DLE (Diccionario de la lengua española [Λεξικό της ισπανικής γλώσσας] (στα ισπανικά, για τα καστιλιάνικα ισπανικά), RAE (Real Academia Española [Βασιλική Ακαδημία της Ισπανίας]), Edición del Tricentenario [23η έκδοση], 2014.