phlébo-

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

phlébo- < φλέψ (γενική: της φλεβός)

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /fle.bɔ/

Πρόθημα[επεξεργασία]

phlébo- (fr)

  • πρώτο συνθετικό λέξεων που σχετίζονται με τις φλέβες

Παράγωγα[επεξεργασία]