phlébo-
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- phlébo- < φλέψ (γενική: της φλεβός)
Προφορά[επεξεργασία]
Πρόθημα[επεξεργασία]
phlébo- (fr)
- πρώτο συνθετικό λέξεων που σχετίζονται με τις φλέβες