physiocratie
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
physiocratie | physiocraties |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
physiocratie (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
physiocratie | physiocraties |
physiocratie (fr) θηλυκό