Μετάβαση στο περιεχόμενο

piémont

Από Βικιλεξικό

Γαλλικά (fr)

[επεξεργασία]

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
piémont piémonts

piémont (fr) αρσενικό