piazza

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
piazza piazze

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
piazza < λατινική platĕa < αρχαία ελληνική πλατεῖα

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

piazza (it) θηλυκό