pied-noir
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
---|---|
pied-noir | pieds-noirs |
pied-noir (fr) αρσενικό ή θηλυκό
- Γάλλος της Αλγερίας (κατά την εποχή της αποικιοκρατίας)
- Ο Καμύ (...) έδωσε τις μάχες εναντίον της αποικιοκρατίας, των ολοκληρωτισμών, της τρομοκρατίας, της βίας. Έδωσε τις μάχες εναντίον του μαξιμαλισμού των pieds-noirs και του μανιχαϊσμού των διανοουμένων του Παρισιού. (*)
Επίθετο
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
---|---|
pied-noir | pieds-noirs |
pied-noir (fr) αρσενικό ή θηλυκό
- σχετικός με τους Γάλλους της Αλγερίας
Σημειώσεις
[επεξεργασία]- Η γραφή, στο θηλυκό, pied-noire, pied-noires, συναντώνται επίσης, αλλά σπάνια.