pinĉi

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

pinĉi < pinĉ- + -i

Ρήμα[επεξεργασία]

ρήμα pinĉi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας pinĉas pinĉanta pinĉata
αόριστος pinĉis pinĉinta pinĉita
μέλλοντας pinĉos pinĉonta pinĉota
υποθετική pinĉus - -
προστακτική pinĉu - -

pinĉi (eo)

Άλλες γραφές[επεξεργασία]

pincxi, pinchi, pinc'i