pity
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
pity (en)
- η συμπόνια, το έλεος
- κρίμα
- it's a pity you can't come with us - είναι κρίμα που δεν μπορείς να έρθεις μαζί μας
- what a pity! - τι κρίμα!
[επεξεργασία]
Επιφώνημα[επεξεργασία]
pity (en)
Ρήμα[επεξεργασία]
pity (en)