plaisancier

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό plaisancier plaisanciers
θηλυκό plaisancière plaisancières

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

plaisancier (fr) αρσενικό

Συγγενικά

[επεξεργασία]