planche à roulettes
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
planche à roulettes | planches à roulettes |
planche à roulettes (fr) θηλυκό
- το σκέιτμπορντ