plikostiĝo
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | plikostiĝo | plikostiĝoj |
αιτιατική | plikostiĝon | plikostiĝojn |
plikostiĝo (eo)
Άλλες γραφές[επεξεργασία]
- plikostigho στο H-sistemo
- plikostigxo στο X-sistemo