południe

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Południe

Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

południe < pół dzień

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /pɔˈwudʲɲɛ/
 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

południe (pl) ουδέτερο

  1. (χρονικό) μεσημέρι
  2. (θέση) νότος

Συγγενικά[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Σημειώσεις[επεξεργασία]

  • (1) w południe...: το μεσημέρι ...
  • (1) po południu...: μετά το μεσημέρι ...
  • (1) przed południem...: πριν το μεσημέρι
  • (2) na południe od...: νότια από ..., νοτίως του/της