pocel
Εμφάνιση
Σλοβακικά (sk)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]pocel (sk) αρσενικό
- (λογοτεχνικό) το φιλί
Πηγές
[επεξεργασία]- pocel - στην Slovníkový portál Jazykovedného ústavu Ľ. Štúra SAV [Πύλη λεξικών του Ιδρύματος Γλωσσολογίας Λ. Στουρ, Σλοβακική Ακαδημία Επιστημών] (στα σλοβακικά), https://slovnik.juls.savba.sk, 2003–2025