poisson-chat
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
poisson-chat | poisson-chats |
poisson-chat (fr) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
poisson-chat | poisson-chats |
poisson-chat (fr) αρσενικό