polariser
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
polariser | polarisers |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
polariser (en)
Άλλες γραφές[επεξεργασία]
[επεξεργασία]
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
polariser (fr)