Μετάβαση στο περιεχόμενο

Polen

Από Βικιλεξικό
(Ανακατεύθυνση από polen)

Γερμανικά (de)

[επεξεργασία]

Προφορά

[επεξεργασία]
 
 

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική das Polen
γενική des Polens
δοτική dem Polen
αιτιατική das Polen

Polen (de) ουδέτερο



Δανικά (da)

[επεξεργασία]

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Polen (da)



Νορβηγικά (no)

[επεξεργασία]

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Polen (no)



Ολλανδικά (nl)

[επεξεργασία]

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Polen (nl)



Σουηδικά (sv)

[επεξεργασία]

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Polen (sv)