polydactyle
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
polydactyle | polydactyles |
Επίθετο[επεξεργασία]
polydactyle (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
polydactyle | polydactyles |
polydactyle (fr) αρσενικό ή θηλυκό