pontifical
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | pontifical | pontificaux |
θηλυκό | pontificale | pontificales |
Επίθετο[επεξεργασία]
pontifical (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | pontifical | pontificaux |
θηλυκό | pontificale | pontificales |
pontifical (fr)