portative

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Επίθετο

[επεξεργασία]

portative (en)

Συνώνυμα

[επεξεργασία]


Κλιτικός τύπος επιθέτου

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
portative portatives

portative (fr)