porte-savon
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
porte-savon | porte-savons |
porte-savon (fr) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
porte-savon | porte-savons |
porte-savon (fr) αρσενικό