pot de chambre
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
pot de chambre (fr) αρσενικό
- το ουροδοχείο, το καθίκι, το καθοίκι, το γιογιό, το γκιογκιό