poussée
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
poussée | poussées |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
poussée (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
poussée | poussées |
poussée (fr) θηλυκό