préférentiellement
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- préférentiellement < préférentiel
Επίρρημα[επεξεργασία]
préférentiellement (fr)
- κατά προτίμηση, προτιμώντας
préférentiellement (fr)