Μετάβαση στο περιεχόμενο

prétexte

Από Βικιλεξικό

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
prétexte prétextes

prétexte (fr) αρσενικό