prêt
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]Ομώνυμα / Ομόηχα
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]| γένος | ενικός | πληθυντικός |
|---|---|---|
| αρσενικό | prêt | prêts |
| θηλυκό | prête | prêtes |
prêt (fr)
Συνώνυμα
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]| ενικός | πληθυντικός |
| prêt | prêts |
prêt (fr) αρσενικό
- το δάνειο