praktiki

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

praktiki < praktik- + -i

Ρήμα[επεξεργασία]

ρήμα praktiki
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας praktikas praktikanta praktikata
αόριστος praktikis praktikinta praktikita
μέλλοντας praktikos praktikonta praktikota
υποθετική praktikus - -
προστακτική praktiku - -

praktiki (eo)