prepozicio
Εμφάνιση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | prepozicio | prepozicioj |
αιτιατική | prepozicion | prepoziciojn |
prepozicio (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | prepozicio | prepozicioj |
αιτιατική | prepozicion | prepoziciojn |
prepozicio (eo)