pret-

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

pret- < γαλλική prêt

Ρίζα[επεξεργασία]

pret- (eo)

  • ρίζα λέξεων που σχετίζονται με την έννοια: έτοιμος

Παράγωγα[επεξεργασία]